Ασημένιο μετάλλιο η Ελλάδα στην ακρίβεια του βιομηχανικού ρεύματος

Στη μελέτη του ΙΟΒΕ που εκπονήθηκε σε συνεργασία με την Ελληνική Παραγωγή, η μείωση του ενεργειακού κόστους χαρακτηρίζεται ως βασικό βήμα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας αλλά και για την υιοθέτηση μιας συνεκτικής βιομηχανικής πολιτικής που θα οδηγήσει στην επίτευξη του στόχου για συμμετοχή της μεταποίησης στο 12% του ΑΕΠ. Η μελέτη πάντως περιέχει ενδιαφέροντα στοιχεία για το πόσο ακριβό είναι το κόστος ενέργειας στην Ελλάδα για τις βιομηχανίες, ενώ όπως ανέφερε ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Ν. Βέττας, πράγματι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα και να βρεθεί η χρυσή τομή για το κόστος του ηλεκτρισμού της βιομηχανίας, για να αποφευχθούν λουκέτα και να μην υπονομευτεί η ανοδική πορεία της βιομηχανικής παραγωγής.Εδώ πρέπει να υπογραμμιστεί και η επισήμανση του κ. Μ. Στασινόπουλου, ο οποίος υπογράμμισε ότι η ανοδική πορεία της βιομηχανίας τα τελευταία χρόνια στηρίχθηκε αφενός στις αιματηρές θυσίες που έκαναν οι επιχειρήσεις που επιβίωσαν, θυσίες που έφτασαν να υπονομεύουν ακόμη και την μεσομακροπρόθεσμη προοπτική τους, αφετέρου στο εξαιρετικά ευνοϊκό περιβάλλον των διεθνών αγορών και στην αύξηση της ζήτησης λόγω της οικονομικής ανάπτυξης. Εκείνο που απέφυγε να πει ο ισχυρός άνδρας της Viohalco είναι τι θα συμβεί εάν πάψει το διεθνές περιβάλλον να είναι ευνοϊκό και η διεθνής οικονομία εισέλθει εκ νέου σε περιδίνηση. Εν μέσω λοιπόν σημαντικών βιομηχανικών επενδύσεων, από μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους της χώρας, που αυξάνουν τις θέσεις εργασίας και αποτυπώνονται ξεκάθαρα στους βιομηχανικούς δείκτες, ποια είναι η κατάσταση για τη βιομηχανία ως προς το ενεργειακό κόστοςΗ μελέτη του ΙΟΒΕ αποτυπώνει ανάγλυφα τα προβλήματα:Η εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αποτελείται από το υποχρεωτικό ημερήσιο pool, χωρίς να παρέχει τη δυνατότητα σε μια μεσαία βιομηχανία να υπογράψει προθεσμιακό συμβόλαιο με φυσική παράδοση, χωρίς η ενέργεια να διέλθει από το pool και να εκτεθεί σε εστίες μεταβλητότητας όπως για παράδειγμα οι διακυμάνσεις των τιμών.Επίσης καταγράφεται μεγάλος αριθμός προσαυξήσεω, χρεώσεων και φόρων (ΕΦΚ, ΥΚΩ, δίκτυο μεταφοράς, ΔΕΔΔΗΕ, χρέωση CO2, ΔΕΤΕ, ΕΤΜΕΑΡ)Σύμφωνα με στοιχεία που φέρνει στο φως το ΙΟΒΕ, η χονδρεμπορική τιμή φορτίου βάσης για το 2ο τρίμηνο του 2018 στην Ελλάδα ήταν η δεύτερη υψηλότερη στην Ε.Ε. πίσω μόνο από τη Μεγάλη Βρετανία. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα η τιμή ήταν 55,8 ευρώ/MWh, 12 ευρώ υψηλότερη από τα 43,8 ευρώ/MWh που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Εάν η σύγκριση γίνει με τη γειτονική Βουλγαρία, όπου η τιμή είναι 33,9 ευρώ/MWh τότε μια ελληνική βιομηχανία καλείται να καλύψει μια διαφορά της τάξης των 22 ευρώ/MWh που επιβαρύνει το κόστος παραγωγής της, μόνο από το κόστος ρεύματος. Μοναδική χώρα με ακριβότερο κόστος είναι η Μεγάλη Βρετανία με 60,1 ευρώ/MWh. Η επιβάρυνση αποτυπώνεται και σε ένα άλλο μέγεθος που φέρει στο φως η μελέτη του ΙΟΒΕ: το πόσο επιβαρύνει το ενεργειακό κόστος την μεταποίηση. Στην Ελλάδα το μερίδιο των ενεργειακών αγαθών στο σύνολο κόστους πρώτων υλών και υπηρεσιών είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και φτάνει το 5%, ποσοστό που αυξάνεται ακόμη περισσότερο για βιομηχανίες έντασης ενέργειας όπως το αλουμίνιο, ο χάλυβας και τα τσιμέντα. Ως προς τις προτάσεις που καταθέτει το ΙΟΒΕ, στη μελέτη υπογραμμίζεται ότι είναι απαραίτητη η μετάβαση σε μια ανταγωνιστική αγορά με εφαρμογή του μοντέλου στόχος της ΕΕ. Στο μοντέλο αυτό το ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας σταδιακά θα περιλαμβάνει 4 νέες αγορές (προθεσμιακή, εξισορρόπησης, ενδοημερήσια και αγορά επόμενης ημέρας) επιτρέποντας τη σύναψη διμερών συμβάσεων. Ωστόσο διαπιστώνονται καθυστερήσεις στην εφαρμογή αλλά και στη σύνδεση της ελληνικής με τις γειτονικές αγορές (coupling)Επίσης η μελέτη σημειώνει ότι χρειάζονται δράσεις ώστε η εγχώρια βιομηχανία να παραμείνει ανταγωνιστική και να αμβλυνθούν οι κίνδυνοι από την αβεβαιότητα των τιμών για τους κλάδους έντασης ενέργειας.