">

Περισσότερες από 2.000 επιχειρήσεις "μαγνήτης" για προσέλκυση επενδύσεων

Ένα σχέδιο ταχείας ανάταξης της ελληνικής Οικονομίας και αναδιάταξης του επιχειρηματικού τοπίου, θα ξεδιπλώσει η κυβέρνηση το προσεχές διάστημα. Με εμβληματική κίνηση το ξεμπλοκάρισμα της επένδυσης στο Ελληνικό όπου το ευκταίο είναι οι εργασίες να ξεκινήσουν εντός του 2019, μία σειρά άμεσων κινήσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης που επεσήμανε την περασμένη εβδομάδα ο Υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης, όπως π.χ. η αναζήτηση όλων των μεγάλων ή μικρότερων επενδύσεων και η αντιμετώπιση των κωλυμάτων που τις έχουν μπλοκάρει, η επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων, ο περιορισμός της γραφειοκρατίας που θα φέρει με νέο νομοσχέδιο η κυβέρνηση, η επανεξέταση του εξωδικαστικού μηχανισμού και πρωτοβουλίες για την επίλυση προβληματικών αναδιαρθρώσεων επιχειρήσεων (κομβική στο σκέλος αυτό θα είναι η πρόβλεψη του καθεστώτος νομικής κάλυψης των τραπεζικών στελεχών), θα αποτελέσουν το εναρκτήριο λάκτισμα για την επανεκκίνηση της Οικονομίας. Προς αυτή την κατεύθυνση θα κινηθεί παράλληλα και η επιτάχυνση στη μείωση των "κόκκινων" δανείων από τις τράπεζες, με ποσοστό 61% στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, κατά περίπου 53,5 δις. ευρώ μέχρι τα τέλη του 2021, να υλοποιείται μέσω των επιχειρήσεων.  Αυτή τη στιγμή, ξεπερνούν τις 2.000 οι ελληνικές επιχειρήσεις που θα μπορούσαν να προσελκύσουν κεφάλαια για επενδύσεις και χρειάζεται ένα "σοκ" στρατηγικής και πολιτικής για να επιταχύνει την εισροή των κεφαλαίων αυτών και τον μετασχηματισμό της ελληνικής Οικονομίας, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς.Στη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης, η Οικονομία συρρικνώθηκε, αλλά δεν μεταρρυθμίστηκε, με τη λίστα των top 10 εταιριών να παραμένει σχεδόν η ίδια, όπως προκύπτει από έρευνα της PwC.Όπως επισημαίνει η PwC, η πρώτη αντίδραση των επιχειρήσεων στη μειωμένη ζήτηση της αγοράς και στη συμπίεση του κύκλου εργασιών ήταν η μείωση των λειτουργικών εξόδων κατά 11% και των επενδύσεων κατά 57%, έτσι ώστε να προσαρμόσουν το λειτουργικό τους μοντέλο και να αυξήσουν τη ρευστότητά τους (κατά 3 δις. ευρώ στη διάρκεια της κρίσης).Η κερδοφορία των επιχειρήσεων αρχικά μειώθηκε, αλλά κατέληξε να ανακάμπτει σε προ κρίσης επίπεδα. Οι επιχειρήσεις επεκτάθηκαν σε νέες αγορές και αύξησαν τις εξαγωγές τους κατά 12 δις. ευρώ. Ωστόσο, η οικονομική τους δραστηριότητα μετατοπίστηκε σε χαμηλότερης προστιθέμενης αξίας κλάδους, όπως για παράδειγμα, η μετακίνηση από τις υπηρεσίες και τις κατασκευές σε κλάδους όπως η βιομηχανία και ο τουρισμός.Οι εταιρίες "zombie" (εταιρίες που παρουσιάζουν συρρίκνωση εσόδων, μηδενική ή αρνητική κερδοφορία και μη βιώσιμο δανεισμό) παρουσίασαν ανθεκτικότητα, κατέχοντας μερίδιο της τάξεως του 26% επί του συνόλου των επιχειρήσεων που επιβίωσαν, με δάνεια που αγγίζουν τα 15 δις. ευρώ και οφειλές προς τρίτους, ύψους 10 δις. ευρώ.Μία από τις βασικές συνέπειες της κρίσης ήταν η αύξηση του κόστους κεφαλαίου. Αυτό οδήγησε σε σημαντική αλλαγή στη χρηματοδότηση, αυξάνοντας το ρίσκο και λειτουργώντας αποτρεπτικά για τις επενδύσεις, κρατώντας παράλληλα την ευθυγράμμιση με τις νέες τεχνολογίες και την Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) σε χαμηλά επίπεδα. Σημειώνεται ότι κατά την περίοδο 2013 – 2016, οι δυνατότητες δανεισμού ήταν υψηλότερες σε σχέση με τις πραγματοποιηθείσες επενδύσεις, επιβεβαιώνοντας την ανησυχία των επιχειρήσεων για το μέλλον. Σε γενικές γραμμές, η κρίση οδήγησε τις ελληνικές επιχειρήσεις να περιορίσουν τα μακροπρόθεσμα πλάνα τους, να αυξήσουν τη ρευστότητά τους, να μειώσουν τα λειτουργικά τους κόστη και να υιοθετήσουν μια πιο επιφυλακτική στάση απέναντι στις μεγάλε επενδύσεις. Βγαίνοντας, όμως, από την κρίση, οι ελληνικές επιχειρήσεις χρειάζεται να επιλέξουν τη στρατηγική που θα ακολουθήσουν για να αυξήσουν την αξία της επιχείρησης είτε επιταχύνοντας την ανάπτυξή της είτε βελτιώνοντας τα περιθώρια κέρδους της